Το ζευγάρι, ή... επιβίωση της συμβίωσης





Το ζευγάρι αποτελεί την κατασκευή ενός καινούργιου χώρου και χρόνου, ενός νέου τόπου και περιβάλλοντος που τα μέλη του το διαμορφώνουν συνεργατικά διαμορφώνοντας συγχρόνως και την μορφή συμβίωσις τους. Αφορά μια πολύπλοκη κοινωνική κατασκευή η οποία στοχεύει να ικανοποιήσει τις ανάγκες του κάθε μέλους για επαφή, συναίσθημα, και σε γενικό πλαίσιο την αποδοχή που τόσο πολύ έχει ανάγκη. Έρχεται να συμπληρώσει αυτό που έμεινε άδειο από την σχέση με την μητέρα. Ο στόχος είναι η επανάληψη αυτής της ευτυχισμένης εποχής και η συνέχισή της. Η συνέχιση αυτού που είχε οικειοποιηθεί και χάθηκε με το πέρασμα του χρόνου. Όπως στην σχέση με την μητέρα αναδύθηκε ο εαυτός σαν παράγοντας διαμόρφωσης της, με στόχο την ικανοποίηση του, με τον ίδιο τρόπο και το ζευγάρι αποτελεί ένα χώρος/χρόνο ικανοποίησης του υποκειμένου.

Η σχέση με την μητέρα για το βρέφος και αργότερα το παιδί ήταν ένας επίμονος αγώνας επίπλευσις του υποκειμένου στην επιφάνεια της. Ο φόβος της αφάνισή του με την ολοσχερή επιβολή της, ή της απώλειας της από το φόβο της μη ικανοποίηση της από αυτό, δεν ήταν απλές καταστάσεις. Από την πρώτη στιγμή της ζωής του το υποκείμενο ήταν αναγκασμένο να διαπραγματευτεί την συμβίωσή του με τον άλλον. Έτσι παρ' όλο που ο στόχος της μητέρας ήταν η ικανοποίηση του βρέφους στην πραγματικότητα η παρουσία της μετέφραζε τον αιώνιο αγώνα επιβίωσης ακόμα και σε συνθήκες που παρουσιάζονταν σαν οι πιο θετικές. Χωρίς την δική του πράξη το βρέφος δεν θα μπορούσε να φθάσει στην ενηλικίωση μόνο από τις προσπάθειες των άλλων. Έτσι όπως σ' εκείνη την πρωταρχική σχέση έτσι και στις μετέπειτα υπάρχει και θα υπάρχει ένας “αγώνας” στο να συνειδητοποιήσει και να διατηρήσει την ιδιαιτερότητα του. Κάθε σχέση λοιπόν εμπεριέχει ένα αγώνα “επιβίωσης” στη συμβίωση. Μόνο μέσα από αυτή μπορεί να διατηρηθεί η σχέση. Η ιδιαιτερότητα του αποτελεί το ζωτικό στοιχείο για την ταυτότητα που στοιχειοθετείται στην σχέση μαζί του. Στο ζευγάρι συντελείται η αντικατάσταση των γονεϊκών προτύπων με αυτών των συζυγικών.

Το ζευγάρι λοιπόν, φαίνεται ότι αποτελεί ένα “εγωιστικό” κατασκεύασμα μέσα στο οποίο ο καθένας προβάλλει την επιθυμία του για τον άλλον με στόχο την προσωπική ικανοποίηση. Στην ουσία ο άλλος ενσαρκώνει την αποζητούμενη ικανοποίηση, είναι το αντικείμενο της. Αναφέραμε ότι, στην σχέση με την μητέρα το παιδί επιζητούσε την ικανοποίηση των αναγκών του, με τον ίδιο τρόπο και στο ζευγάρι, ο άλλος είναι αυτός που ενσαρκώνει την ικανοποίηση τους. Η ανεύρεσις της ικανοποίησης μέσα από τον άλλον δηλώνει την ανεύρεσης του ίδιου του εαυτού, δηλαδή της επανεύρεσης της βρεφικής ικανοποίησης που προσφέρει την πληρότητα της ύπαρξης του. Άρα η πληρότητα πάντα βρίσκεται στην σχέση με τον άλλον. Το ζευγάρι αποτελεί τον χωρόχρονο της συνεχούς προσπάθεια για την κατάκτησή της. Η ικανοποίηση του υποκειμένου είναι πιο ξεκάθαρη στις επιδιώξεις της και καθορίζεται από το ερωτικό και σεξουαλικό στοιχείο - το οποίο ανεγνωρισμένα πλέον - αφορά τόσο την οργανική όσο και την ψυχοκοινωνική του ισορροπία. 

Σε αυτά τα πλαίσια το κάθε μέλος είναι σαν να ανοίγει τούνελ στα σωθικά του άλλου την ώρα που αυτός ανοίγει στα δικά του. Ψάχνει το εαυτό του νομίζοντας ότι ψάχνει τον άλλον. Η παρουσία του άλλου τον καταδικάζει στην αιώνια προσπάθεια εξατομίκευσης που δεν είναι παρά ο συνεχής επαναπροσδιορισμός της συμβίωσης. Η συμβιωτική διάσταση του ζευγαριού έχει ανάγκη την καλλιέργεια της ατομικότητας για να ευδοκιμήσει. Χρειάζεται να προσφέρει τον χώρο και το χρόνο επαναπροσδιορισμού της.

Η πραγματικότητα του ζευγαριού είναι μια μια συλλογική πραγματικότητα που η σύλληψή της μπορεί να εμποδιστεί από τις ατομικές πραγματικότητες των μελών του. Στο βαθμό που ο καθένας κουβαλά τα δικά του υλικά για την κατασκευή της, εκείνο που μπορεί να την επηρεάσει είναι ο φόβος. Ο φόβος της απώλεια του εαυτού καθώς και ο φόβος της απώλειας του άλλου. Πρόκειται για δυο φόβους που μπορούν να αναβιώσουν στο ζευγάρι επαναφέροντας το άγχος που έχει ζήσει το υποκείμενο σε προηγούμενες σχέσεις. Στην παρουσία του άλλου το υποκείμενο μάχεται για να αντισταθεί στο φόβο της ιδιοποίησης, εκμετάλλευσης και του αφανισμού, καθώς και το φόβο της απώλειας του άλλου. Η σχέση με την μητέρα όπως αναφέραμε, είναι αυτή που πρώτη υπήρξε το πεδίο ανάδυσης τους.

Η ιδιαιτερότητα αυτή αναδύεται από την ανακάλυψη της ιδιαιτερότητας του άλλου. Ενώ ο καθένας εστιάζεται στον άλλον, το ζητούμενο φαίνεται ότι είναι ο εαυτός του. Μέσα από τον άλλον αντλεί την δυνατότητα να κοιτάξει και τον “ίδιο”. Το αδιανόητο βάθος του άλλου τον βοηθάει να δει το “δικό” που αναδύεται μέσα από την ανάδυση του άλλου. Η παρουσία του άλλου το κατακλύζει και τον κάνει να υπάρχει. Μέσα από αυτή αντιλαμβάνεται καλύτερα τις ανάγκες του, έτσι ώστε να μην βρίσκεται με τον άλλον για τον άλλον, αλλά για τον εαυτό. Η σκέψη αυτή όμως δεν είναι και τόσο αποδεχτή. Το φιλτράρισμα της μέσα από ένα πολιτιστικό-θρησκευτικό εννοιολογικό περιεχόμενο δεν της επιτρέπει να σταθεί με όλο της το εύρος και να παραδεχτεί την ανάγκη του εαυτού σαν δικαίωμα για την αποφυγή των στερήσεων που έχει δεχτεί. Αυτή σκέψη θεωρείται εγωιστική, έρχεται να ξεδιαλύνει την επικράτησης του ψευδό-ενδιαφέροντος για τον άλλον που δεν είναι παρά η επικράτηση του κρυφού ενοχικού ενδιαφέροντος για τον εαυτό.

Το ζευγάρι εκφράζει την προσπάθεια συνάντησης του εαυτού, ενώ πηγαίνουμε να συναντήσουμε τον άλλον. Το υποκείμενο ψάχνει τον άλλον και δεν αντιλαμβάνεται ότι ψάχνει τον εαυτό του. Το υποκείμενο δεν αντιλαμβάνεται ότι αυτό που ψάχνει στον άλλον είναι αυτό που λείπει στον εαυτό του. Δεν αντιλαμβάνεται την στέρηση που κουβαλάει που τον εμποδίζει, που το τρέφει. Η στέρηση όμως είναι η βασική δύναμη της συνάντησης με τον άλλον. Το ζευγάρι είναι ο τόπος όπου η στέρηση ψάχνει τρόπο ικανοποίησή της. Που ο καθένας ψάχνει τον εαυτό του.

Το ζευγάρι μπορεί να γίνει ο τόπος ανεύρεση του εαυτού καθώς και ο τόπος της τελειωτικής του απώλειας. Αυτό θα εξαρτηθεί από το βαθμό συνειδητοποίησης του περιεχομένου, του υλικού που προφέρει το υποκείμενο για την συνκατασκευή της. Όταν η πραγματικότητα του ζευγαριού εμποδίζει την πραγματικότητα του υποκείμενου, όταν την πιέζει, την εξαναγκάζει και τις προσδίδει μια μορφή που δεν μπορεί να την ελέγξει, τότε λειτουργεί αφαιρετικά. Αφαιρεί την αυθεντικότητα και επιβάλει την συντροφικότητα σαν εξαναγκαστικό μονόδρομο μιας εκβιαστικής συμβίωσης. Μια σχέσης που στηρίζεται στο φόβο της απώλειας του άλλου, η οποία δυστυχώς οδηγεί στην απώλεια του εαυτού.

Έτσι ακόμα και τότε που το υποκείμενο παρουσιάζεται να υποφέρει βιώνοντας τον φόβο σαν κυρίαρχο στοιχείο της σχέσης, στην ουσία ο φόβος αυτός δεν του είναι άγνωστος, δεν είναι νέος σαν βίωμα. Με λίγα λόγια στην ουσία η κατάσταση δεν είναι άγνωστη σε αυτό. Το θυμικό πεδίο της σχέσης και οι ρόλοι των μελών είναι κάτι γνώριμο στο υποκείμενο σε τέτοιο βαθμό ώστε να αναγνωρίζει την κατάσταση με πολύ πόνο και δάκρυ που σημαίνει ότι τίποτα δεν γίνεται για πρώτη φορά. Που σημαίνει ότι μπορεί να φαίνεται σαν πρωτόγνωρο γεγονός, αλλά μέσα του κρατά την θέση του και ζητά την επανεμφάνισή του. Πόσοι πελάτες δεν παραδέχονται ότι μέσα στο ζευγάρι τους αναβιώνει το παρελθόν. Αναβιώνει ο τρόμος που είχαν βιώσει με τον πατέρα ή η απορριπτική στάση της μητέρας. Το “ξεχασμένο” περιεχόμενο των παρελθοντικών οικογενειακών σχέσεων αναβιώνει στην προσπάθεια του υποκειμένου να νοηματοδοτήσει το ζευγάρι, στην προσπάθεια να το καταστήσει, αλλά και να το κατακτήσει σαν πεδίο που δημιουργεί και δημιουργείται μέσα από αυτό.

Δυστυχώς η νοηματοδότηση αυτή δεν είναι αμερόληπτη. Το συναίσθημα που εκφράζεται δεν είναι παρθένο. Οι φόβοι που προσπαθεί ασυνείδητα να αποφύγει σαν να αναπαράγονται. Τότε το υποκείμενο βρίσκεται μπροστά στην τραγικότητα του. Μια τραγικότητα που αναδύεται στο ζευγάρι και από την μια εκφράζεται από το περιεχόμενο του εσωτερικού φόβου που τείνει να εκφραστεί μέσα σε αυτό και από την άλλη με την προσπάθεια να διατηρήσει την διαφορετικότητα του. Αν η ιδιαιτερότητα του αποτελείται από αυτούς τους φόβους τότε έχουμε να κάνουμε με μια φοβική διαφορετικότητα, της οποίας η υπεράσπιση αναπαράγει το φόβο σαν στοιχείο της αυτονόμησης του υποκειμένου.

Ο φόβος της σχέσης σαν πεδίο που τον αναπαράγει δεν έχει να κάνει με τον άλλον, αλλά και με τον εαυτό . Η προσπάθεια διατήρησης μιας ακεραιότητας, θα λέγαμε, του εαυτού σημαίνει και την διατήρηση των φόβων που κληρονομήθηκαν από την οικογένεια καταγωγής. Τότε η διαφορετικότητα μέσα στο ζευγάρι αντλεί την παρουσία της από την πιστότητα στην οικογένεια καταγωγής. Δηλαδή αυτά που διαφοροποιούν το υποκείμενο μέσα στο ζευγάρι είναι αυτά που το “έπνιγαν” στην οικογένεια καταγωγής του! Αυτά τα ίδια τώρα μέσα στο ζευγάρι σαν να παίρνουν μια άλλη διάσταση σαν να γίνονται χαρακτηριστικά υποστήριξης της διαφορετικότητας ενώ στην οικογένεια καταγωγής ήταν χαρακτηριστικά καταπίεσης της. Η ακεραιότητα λοιπόν των μελών της σχέσης εξασφαλίζει την επιβίωση της μέσα από την αναπαραγωγή τους. Η αναπαραγωγή τους όμως εγκλωβίζει το υποκείμενο αλλά και την ίδια την σχέση σε μια επανάληψη η οποία βιώνεται σαν καινούργια κατάσταση, ενώ εκφράζει διαχρονικά τους φόβους του υποκειμένου τους οποίους επιζητεί να αποφύγει.

Ένα παράδειγμα: ο Νίκος είχε αναλάβει να βοηθήσει την αδελφή του. Τόσο οι γονείς όσο και η αδελφή έβλεπαν με περισσή φυσιολογικότητα αυτή την στάση του. Η γυναίκα του όμως δεν ήταν καθόλου ενθουσιασμένη διότι και οικονομικά προβλήματα αντιμετώπιζαν σαν ζευγάρι, αλλά και δημιουργούσε διαφωνίες μεταξύ τους. Ο Νίκος αισθανόταν ότι η σύζυγός του δεν σεβόταν την προσωπικότητα του και επενέβαινε με τρόπο ανάρμοστο, θα λέγαμε για να τον αλλάξει. Αυτό το βίωνε σαν επιβολή εκ μέρους της και θεωρούσε ότι έφτανε στον εκβιασμό. Πρόβαλε λοιπόν αυτή την δέσμευση προς την αδελφή του σαν ένα χαρακτηριστικό αυτονομίας στην σχέση με την σύζυγό του. Δηλαδή δεν αντιμετώπιζε αυτή την δέσμευση με την αδελφή του, σαν περιορισμό της ελευθερίας του ζευγαριού του, αλλά σαν περιορισμό της ελευθερίας του μέσα στο ζευγάρι. Η διαφορετικότητα καθώς και η αυτονομία του Νίκου στο ζευγάρι επικαλούνταν την ανελευθερία του στην οικογένεια καταγωγής του. Αυτό το γεγονός σαν συστατικό συνκατασκευής της σχέσης προωθούσε “Την διαφορετικότητα” του Νίκου ως προς την σύζυγο, αλλά τον εξαρτούσε από την οικογένεια καταγωγής του. Δεν το βοηθούσε να “βρει” την πραγματική διαφορετικότητα του η οποία στηρίζεται στο καινούργιο που αναδύεται από την σχέση με τον άλλον.

Το ζευγάρι δεν λαμβάνει χώρα μόνο η προβολή της διαφορετικότητας, αλλά και η κατασκευή της! Μια κατασκευή η οποία λειτουργεί σε διπλή κατεύθυνση. Η μία περιλαμβάνει τον άλλον και η άλλη τον εαυτό. Από την μια υπάρχει η ανακάλυψη του άλλου και από την άλλη του εαυτού. Η διαφορετικότητα αποτελεί μια πράξη συνεχής μεταβλητότητας διαμορφώνοντας την σχέση και προσδίδοντάς τόσο στο υποκείμενο μια νέα λειτουργικότητα όσο στην σχέση μια καινούργια μορφή. Ποτέ το υποκείμενο δεν θα τα καταφέρει να γίνει ο άλλος αλλά μπορεί να γίνει “Ένας Άλλος” δηλαδή να αναπτυχθεί στα πλαίσια της σχέσης διαφοροποιώντας αυτό που “ήταν” στην οικογένεια καταγωγής του σε αυτό που θα “γίνει” στην οικογένεια αναπαραγωγής. 

Κερεντζής Λάμπρος

Πίνακας:Marius




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα