Η αποδοτικότητα της οικονομίας ισούται με την εξαΰλωση του υποκειμένου
Η “ευκολία των πραγμάτων” είναι μια αντίληψη της πραγματικότητας η οποία συρρικνώνεται στην έννοια της αποδοτικότητας. Η αποδοτικότητα περιορίζει την καθημερινότητα στην αξιολόγησης της σαν στοιχείο κερδοσκοπίας. Διαμορφώνει μια νοοτροπία όπου το υποκείμενο θεωρεί ότι η διανοητική κούραση, αλλά και οποιαδήποτε άλλη κούραση χωρίς να υπάρχει ένα κέρδος που να προσμετράται οικονομικά, δεν είναι ίδιον του έξυπνου ανθρώπου. Άρα η “ευκολία των πραγμάτων” διαμορφώνεται από την μόνη σκέψη που τείνει να επικρατήσει, αυτή της οικονομικής.
Κάτω από αυτό το πρίσμα ότι κάνει κάποιος, ότι σκέπτεται, για να αποκτήσει νόημα πρέπει να αποδίδει οικονομικά. Μόνο τότε κοινωνική δράση θεωρείται μια πράξη ευφυίας. Άρα η ευφυΐα έχει να κάνει με την αποφυγή του κοινωνικού προβληματισμού και την ευκολία πρόσβασης στην αποδοτικότητα, όπου η ευτυχία εκφράζεται μόνο από συσσώρευση των κομφόρ που μαρτυρούν την οικονομική επιφάνεια του υποκειμένου και το διαφυλάσσουν από την κοινωνική ανασφάλεια.
Με αυτό τον τρόπο η έννοια της αποδοτικότητας οδηγεί την σκέψη στην αιχμαλωσία. Η Αιχμαλωσία σημαίνει ο περιορισμός και ο υποβιβασμός της σε απλή αθροιστική δυνατότητα της “κατοχής”. Η σκέψη καταναλώνεται στην μονοδιάστατη προοπτική της αποδοτικότητας, αποκλείοντας οποιαδήποτε άλλη αναστοχαστική απόπειρα η οποία δεν μπορεί να προσφέρει κέρδος. Έτσι κατασκευάζεται ένας κόσμος όπου η αποδοτικότητα του προσμετράται μόνο οικονομικά. Έτσι κατασκευάζεται homo economicus, όπου ο ορθολογισμός του βοηθάει στην ελπιδοφόρα πραγμάτωση των οικονομικών του σχεδίων τα οποία τον οδηγούν στην απρόσκοπτη απληστία του, η οποία χαρακτηρίζεται σαν στοιχείο υγείας δικιάς του , αλλά και ενός κοινωνικού συστήματος που έχει σαν στόχο το συνεχές κέρδος και που στην ουσία, τον απομακρύνει από την φύση του.
Η αποδοτικότητα κατασκευάζει την πραγματικότητα σαν μια συνεχή προσπάθεια κατοχής και επιρροής τόσο των αντικειμένων όσο και της ίδιας της φύσης και μάλιστα της ανθρώπινης. Η αποδοτικότητα νοηματοδοτεί και δικαιολογεί την εκμετάλλευση σαν στοιχείο φυσικής εξέλιξης προς την ασφάλεια του ανθρώπου. Η ίδια η ασφάλεια αποτελεί στοιχείο της αποδοτικότητας και ανταγωνισμού, έτσι ώστε η ασφάλεια του ενός να υπάρχει μόνο μέσα από την ανασφάλεια του άλλου. Η αποδοτικότητα λοιπόν δημιουργεί την ανασφάλεια και σε αυτό που την έχει αλλά και σε αυτόν που προσπαθεί να την αποφύγει. Τόσο οι εργοδότες όσο και οι εργαζόμενοι βιώνουν την ανασφάλεια με διαφορετική μορφή και από διαφορετική κοινωνική θέση.
Η αποδοτικότητα επίσης έχει σχέση με τον ανταγωνισμό. Ο ανταγωνισμός επιζητεί την συνεχή ετοιμότητα του υποκειμένου απέναντι στον ανταγωνιστή του. Αυτό δηλώνει ότι το υποκείμενο είναι πάντα σε ένα οικονομικό “πόλεμο” με τον “άλλον”. Η ύπαρξη του ανταγωνιστή σημαίνει την συνεχή ανασφάλεια που προσφέρει το σύστημα αναφοράς και νοηματοδότησης της ζωής, σαν ένα πολεμικό τοπίο. Η αποδοτικότητα του υποκειμένου προσμετράται από την ικανότητα να θέσει εκτός μάχης τον ανταγωνιστή του. Έτσι ο βασικός στόχος του είναι η εξολόθρευση του αντιπάλου πριν εκείνος τον εξολοθρεύσει.
Η εξολόθρευση μέσω της οικονομικής κατάρρευση του “άλλου”, μέσα από την πτώχευση και τον αποκλεισμό του, είναι τα βασικά στοιχεία αποδοτικότητας, η οποία εμπεριέχει την ικανοποίηση του υποκειμένου. Η παρουσία του “άλλου” λοιπόν υπάρχει και υφίσταται μόνο μέσα από την αντιπαλότητα που ορίζει το οικονομικό σύστημα της αποδοτικότητας, έτσι ώστε ο “άλλος” να αποτελεί μια συνεχής απειλή για το υποκείμενο.
Αποδοτικότητα, ανταγωνισμός, κέρδος αποκτούν νόημα στην αγγλική λέξη “business”. Οι “business” έρχονται να απλοποιήσουν και να δικαιολογήσουν τον οικονομικό πόλεμο και οποιαδήποτε παράπλευρη απώλεια. Διατείνονται ότι κατασκευάζουν ένα πεδίο αφθονίας, αλλά πολεμάνε για την επιβολή της στέρησης. Η στέρηση δεν απειλεί μόνο τον “ηττημένο” αλλά και “νικητή”. Στον πρώτο εκφράζεται σαν πραγματικότητα στον δεύτερο σαν δυνατότητα. Έτσι και οι δύο βιώνουν τον ίδιο φόβο από διαφορετικές θέσεις. Έτσι ο καθένας πολεμάει για την λεηλασία του “άλλου” και την υποδούλωση. Επιβάλλει ή του επιβάλλεται το κράτος αιχμαλωσίας που σημαίνει ιδιοποίηση των πηγών ενέργειας και επιβίωσης που στην περίπτωση του υποκειμένου είναι το ίδιο το σώμα.
Από την στιγμή που η εργατική δύναμη του υποκειμένου είναι ένα εμπορεύσιμο προϊόν τότε ο άνθρωπος έχει μια τιμή. Έτσι με τον ίδιο τρόπο που ορίζουμε την τιμή των προϊόντων ορίζουμε και την τιμή του ανθρώπου. Η αξία της ανταλλάσσεται με την αξία προϊόντων που καθιστούν το υποκείμενο σεβαστό στον εαυτό του και τους άλλους. Από την άλλη, η εργατική δύναμη του υποκειμένου αποτελεί το “όπλο” σαν εργαζόμενος στον οικονομικό πόλεμο. Όσο μεγαλώνει η αμοιβή του τόσο αυξάνεται η ικανότητα άμυνας απέναντι στον αντίπαλο και τόσο η αποδοτικότητα του το καθιστά υπολογίσιμο μέλος της κοινωνίας.
Σε αυτή την περίπτωση η αγορά και η πώληση που αποτελεί την καρδιά των “business” δεν ξεχωρίζει την ανθρώπινη δύναμη από τα άλλα προϊόντα. Δεν είναι όμως μόνο ότι απλά δεν την διαχωρίζει, αλλά μέσω του νέο-φιλελευθερισμού δεν την προστατεύει. Πάνω σε αυτή εξαντλεί το κερδοσκοπικό της παιχνίδι.
Η εργατική δύναμη είναι το πιο ευαίσθητο προϊόν μέσα στο καπιταλισμό. Είναι αυτό που πιέζεται και αλλάζει τιμή από την μια “γωνιά του δρόμου στην άλλη”. Ο νέο-φιλελευθερισμός πάνω σε αυτή ποντάρει την παράλογη ελευθερία του, η οποία μεταφράζεται σε απογύμνωση και υποδούλωση του υποκειμένου. Πάνω στην κονιορτοποίηση της ακουμπάει την αποδοτικότητα του που παρουσιάζει σαν ευημερία. Η ελευθερία που διατυμπανίζει αυτός που τον εφαρμόζει, αποτελεί έναν εφιάλτη για αυτό που του επιβάλλεται. Έτσι στο νεοφιλελευθερισμό η βάση της αποδοτικότητας είναι ο αποκλεισμός της ανθρωπιάς. Αυτή δικαιολογεί τα θύματα του πόλεμου της οικονομίας. Οι αριθμοί στην οικονομία αντικαταστούν τους ανθρώπους με τέτοιο τρόπο ώστε όσο αυτοί μεγαλώνουν τόσο οι άνθρωποι μειώνονται. Βέβαια η έννοια της αποδοτικότητας παρουσιάζεται σαν στοιχείο δημιουργίας καινούργιων θέσεων εργασίας την ώρα που η επιτυχία της στηρίζεται στην μείωσή τους.
Στο “πολιτισμένο” κόσμο έννοια της σκλαβιάς είναι κάτι που απεχθάνεται το οικονομικό σύστημα ασχέτως αν την επιδιώκει. Μέσα από το μισθό σαν δικαιολογία, αλλά και σαν αναγκαίο κακό για την κίνηση της αγοράς, δικαιολογεί τις συνθήκες που δημιουργεί, οι οποίες τις περισσότερες φορές πλησιάζουν την έννοια της σκλαβιάς. Βέβαια ανάμεσα στο μισθό και την σκλαβιά υπάρχει μια διαφορά και μια ομοιότητα. Η ομοιότητα έγκειται ότι και στις δύο περιπτώσεις μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την εργασία με ένα απάνθρωπο τρόπο, καταπατώντας τα δικαιώματα του “άλλου”, είτε πληρώνοντας είτε όχι. Η διαφορά είναι ότι στην περίπτωση της πληρωμής μπορούμε να ανταλλάξουμε την εργατική δύναμη του υποκειμένου με ένα μισθό ικανό να το βοηθήσει να ζει σύμφωνα με τις ανάγκες του, καθιστώντας το ισότιμο κοινωνικό εταίρο και προσφέροντας του την δυνατότητα σεβασμού του εαυτού του και των δικαιωμάτων του.
Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι και στην περίπτωση της σκλαβιά όπως και του μισθού η εξάρτηση είναι παρούσα, αλλά με διαφορετική μορφή. Όσο αυξάνουμε το μισθό, τόσο βοηθάμε το υποκείμενο να αισθάνεται ικανό, ασφαλή και ανεξάρτητο. Ο μισθός του περεχεί την δυνατότητα μεγαλύτερης πρόσβασης σε καταναλωτικά προϊόντα. Επίσης του επιτρέπει να υπερασπίζεται τον εαυτό του και να συμμετέχει ενεργητικά στην κοινωνική κατασκευή του χώρου και του χρόνου της ζωής του. Να διατηρεί την ελευθερία και την αξιοπρέπειά του. Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι μόνο ο μισθός που του προσφέρει αυτή την δυνατότητα, αλλά και η κοινωνική αποδοχή που πηγάζει σαν αναγνώριση της ύπαρξής του και της συμμετοχής του σε κοινωνικές ομάδες πρώτα και καλύτερα αυτή της εργασίας, μετά της οικογένειας, και των φίλων.
Αντίθετα όσο μειώνουμε τον μισθό του εργαζόμενου τόσο πλησιάζουμε τις συνθήκες σκλαβιάς. Τόσο “αφοπλίζουμε” το υποκείμενο και τον καθιστούμε ανίκανο να φροντίσει τον εαυτό του να αμυνθεί, και να αντεπεξέλθει στις ανάγκες του. Τόσο το οδηγούμε στην στεναχώρια και στην κατάθλιψη. Τόσο νιώθει να χάνεται η αξιοπρέπεια του και να υπομένει μια υποταγή που τον φέρνει πιο κοντά στη σκλαβιά. Άρα η αποδοτικότητα του οικονομικού συστήματος η οποία στηρίζεται στην μείωση των μισθών, φροντίζει συγχρόνως και στο περιορισμό της ανθρώπινης ελευθερία και της αξιοπρέπειας.
Η συνεχής απαίτηση αποδοτικότητα στα πλαίσια του νέο-φιλελευθερισμού οδηγεί στην εξολόθρευση, δηλαδή την διανοητική ψυχική και κοινωνική παράδοση του υποκειμένου σε κατάσταση πλήρης ανικανότητας να αντιδράσει και να αμυνθεί στις απαιτήσεις μιας κερδοσκοπικής κοινωνίας. Ο οικονομικός πόλεμος μετατρέπει το υποκείμενο σε σκλάβο, δηλαδή πειθήνιο μέσο για την επίτευξη τις οικονομικής στρατηγικής του. Το αποτέλεσμα είναι η αλλοτρίωση του τόσο σαν εργαζόμενο όσο και σαν πολίτη κάτι που το απομακρύνεται από την ανθρώπινη ιδιότητα, τον απομονώνει από το κοινωνικό παιχνίδι και το οδηγεί στην υλική αλλά και φυσική εξαφάνισή του. Με λίγα λόγια η συνεχής και άνευ' όρων αποδοτικότητα του οικονομικού συστήματος, απαιτεί την θυσία του υποκείμενου στο όνομα του κέρδους, δηλαδή την εξαΰλωση του.
Κερεντζής Λάμπρος
Σχόλια