Εφηβεία 8Η σεξουαλικότητα






Ο φόβος της επιθυμίας



Το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβική δημιουργεί ένα δικαιολογημένο μπέρδεμα για την έφηβο/η. Εάν μέχρι τώρα η σεξουαλικότητα της παιδικής ηλικίας ήταν κάτι διάχυτο το οποίο στηριζόταν στην περιέργεια, στην εφηβεία αυτή η περιέργεια μετατρέπεται σε επιθυμία. Η εμφάνιση της επιθυμίας βάζει σε συναγερμό όλη την ύπαρξη του εφήβου, βάζει σε συναγερμό την κατάσταση του εσωτερικού του κόσμου, την αίσθηση της ταυτότητας του, και την αυτονομία του απέναντι στους άλλους.



'Όλα αλλάζουν όσον αφορά το σώμα. Ο έφηβος/η γίνεται θεατής μιας οργανικής ανάπτυξης όπου οι ορμόνες τον οδηγούν σε αισθήσεις που δεν είχε φανταστεί και σε μια ψυχική αλλαγή όπου δεν μπορεί να την ερμηνεύσει. Ο έφηβος/η βρίσκεται σε μια κατάσταση δύσκολη. Βρίσκεται ανάμεσα στην διέγερση της επιθυμίας και στον φόβο.

Με ποιόν τρόπο να συμφιλιωθεί με ένα κορμί που αναπτύσσεται;
Το μεγάλωμα του στήθους, στα κορίτσια, η εμφάνιση της περιόδου, η ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων, στα αγόρια, οι τρίχες, η αλλαγή της φωνής, όλα αυτά αποτελούν κάτι καινούργιο και άγνωστο. Αυτή η μεταμόρφωση του σώματος, αυτές οι αλλαγές που συμβαίνουν είναι καταστάσεις τις οποίες δεν μπορεί να τις καθορίσει και να τις ελέγξει. Το σώμα ξεφεύγει και αναπτύσσεται, η επιθυμία ξεχειλίζει μέσα του χωρίς αυτός να μπορεί να κάνει τίποτα, χωρίς να μπορεί να την ελέγξει, δημιουργώντας ένα φόβο μήπως χάσει αυτόν ακριβώς τον έλεγχο και τρελαθεί.



Ο έφηβος αισθάνεται ότι το σώμα του εκφράζει τον εσωτερικό του κόσμο και νιώθει σαν να είναι γυμνός μπροστά στους άλλους, νιώθει διάτρητος, νιώθει ότι το βλέμμα του άλλου τον διαπερνά. Νιώθει ότι όλα καθορίζονται από το σώμα και και οτιδήποτε λέγεται για την εμφάνισή του, μπορεί να γίνει μια πληγή που θα το τυραννά για πολλά χρόνια. Νιώθει σαν να μην υπάρχουν σύνορα ανάμεσα σε αυτόν και τους άλλους και ότι η οικειότητα του νιώθει να παραβιάζεται συνεχώς, είτε με ένα λόγο, είτε από μια συμπεριφορά.



Η επιθυμία του γίνεται πιο συγκεκριμένη, πιο “σωματική” θα λέγαμε καθώς το σώμα του και η εμφάνισή του αποτελούν το βασικό στοιχείο στην επικοινωνία με τον άλλον και στην αίσθηση της αποδοχής του από αυτόν.



Το ενδιαφέρον του για τον άλλον γίνεται ερωτικό, πράγμα που τον εισάγει σε μια καινούργια αναζήτηση αποδοχής και αναγνώρισης η οποία έχει στοιχεία της παιδικής ηλικίας, αλλά τώρα συγκεκριμενοποιείται από την μορφολογία του σώματος και την σεξουαλική του επιθυμία.



Αυτή η αναζήτηση η οποία στην παιδική ηλικία εστιαζόταν μέσα στην οικογένεια, στην εφηβική βγαίνει έξω από αυτή, κατευθύνεται προς τους φίλους και την παρέα χωρίς να σημαίνει ότι και ο τρόπος που η οικογένεια αποδέχεται την παρουσία του εφήβου δεν έχει σημασία..



Η σχέση με το άλλο φύλο τον οδηγεί να ανακαλύψει τον εαυτό του και αυτή η ανακάλυψη δεν είναι καθόλου εύκολη, διότι μέσα από την σχέση ανακαλύπτει περισσότερο την ανεπάρκεια του και την ικανότητα του, ή όχι, να να διεγείρει την επιθυμία του άλλου. Άρα η ερωτική σχέση τον οδηγεί να δει περισσότερο την ανεπάρκειά του. Αυτή η κατάσταση τον εξαρτεί από την γνώμη του άλλου και αυτή η εξάρτηση εμπεριέχει μια παθητικότητα η οποία δεν είναι καθόλου ευχάριστη όσον αφορά τον έλεγχο που μπορεί να ασκήσει επάνω της.



Μέσα από την ερωτική σχέση ο έφηβος ανακαλύπτει επίσης τις συναισθηματικές του ανάγκες και ποια σημασία έχει ο άλλος για την ψυχική του ηρεμία. Αυτή η ανακάλυψη μπορεί να τον γεμίσει με φόβο, βλέποντας πόσο εξαρτημένος νιώθει συναισθηματικά, πόσο ευαίσθητος είναι και πόσο αυτό το δέσιμο μπορεί να τον κάνει να εξαρτιέται από τον άγχος μήπως χάσει τον άλλον, που σημαίνει την απόρριψη του. Για τον έφηβο η ερωτική σχέση είναι ένα φυσιολογικά αναγκαστικό πέρασμα στην γνώση του εαυτού του και αποτελεί μια τελετουργία κοινωνικοποίησης και αυτό-αποδοχής την οποία πρέπει να περάσει με στόχο την συναισθηματική του αυτονόμησή και την ικανότητα σε ένα απώτερο χρόνο, του ελέγχου όλων αυτών των καταστάσεων, που έχουν σχέση με την σεξουαλικότητα του.



Η στάση των γονέων


Ο ρόλος των γονέων για την διαμόρφωση της σεξουαλικότητας των εφήβων είναι σημαντικός. Σημαντικός όχι όσον αφορά τις συμβουλές τις οποίες μπορούν να δώσουν στο παιδί τους αλλά την συμπεριφορά τους μέσα στο ζευγάρι. Δηλαδή η επιρροή των γονιών προς τα παιδιά τους δεν έχει να κάνει με μια συζήτηση για την σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων. Σε μια τέτοια κατάσταση οι γονείς θα καταλάβουν πολύ γρήγορα ότι τα παιδιά τους προβάλλουν κάποιες αντιστάσεις, οι οποίες θα τους παραξενέψουν και πολλές φορές μπορούν να δημιουργηθούν κάποιες εντάσεις.



Οι γονείς μπορούν να πετύχουν την επαφή με τα παιδιά τους χωρίς να στοχεύουν κατευθείαν την σεξουαλικότητα τους, αλλά με την διαθεσιμότητα τους να συζητήσουν αυτό το θέμα όπως συζητάνε ένα άλλο οποιοδήποτε θέμα.



Μπορούν να το πετύχουν με το να κάνουν πράγματα μαζί, με το να έχουν κοινές εμπειρίες, και να είναι παρόντες όταν ο έφηβος διατυπώνει κάποια αιτήματα προς αυτούς.



Ένας άλλος τρόπος συμβουλευτικής στάσης είναι με το να προσέξουν τι κάνουν αυτοί μέσα στο ζευγάρι τους. Δηλαδή η τρυφερότητα που υπάρχει και εκδηλώνεται μέσα στο ζευγάρι των γονέων, και της οποίας ο έφηβος είναι θεατής, αποτελεί το σημαντικότερο μέσο σεξουαλικής διαπαιδαγώσησης.



Το να βλέπει ο έφηβος, π.χ. τους γονείς του να κρατιούνται χέρι, χέρι, να τους βλέπει να ανταλλάσσουν δώρα, να λένε “σ΄ αγαπώ” και να απαντάει και ο άλλος “και εγώ σ΄ αγαπώ”, αυτή η συμπεριφορά αποτελεί την καλύτερη μορφή συμβουλευτικής υποστήριξης των εφήβων σε θέματα σεξουαλικότητας.



Για αυτό, οι γονείς πρέπει να έχουν πάντα στο μυαλό τους ότι είναι πρότυπα ταύτισης για τα παιδιά τους και ότι η συμπεριφορά τους παίζει μεγαλύτερο ρόλο από τα λόγια τους.



Ακόμα όμως και αν υπάρχουν συζητήσεις για την σεξουαλικότητα, αυτές μπορούν να γίνονται χωρίς να στοχεύουν την σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων αλλά την σεξουαλικότητα σαν ένα θέμα γενικό και ανθρώπινο, όπως οποιοδήποτε άλλο θέμα. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να μιλήσουν για την αντισύλληψη, για τις ασθένειες που προέρχονται από την σεξουαλική επαφή και για θέματα γύρω από την σεξουαλικότητα, τα οποία οι έφηβοι έχουν τόσο ανάγκη να γνωρίζουν. Εδώ όμως τίθεται το θέμα ότι και οι γονείς πρέπει να γνωρίζουν και είναι ενημερωμένοι πάνω σε αυτά τα θέματα και να μπορούν να κρατήσουν κάποια αντικειμενικότητα τους, στην αντίθετη περίπτωση μια τέτοια συζήτηση μπορεί να δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα αντί να τα λύσει. Μια τέτοια λοιπόν τακτική, από-ενοχοποιεί τον έφηβο/η και τον κάνει πιο προσεχτικό στην γνώμη που διατυπώνει ο γονέας, εν αντιθέσει με την συζήτηση η οποία στοχεύει τον ίδιο, και η οποία θα τον κάνει να “μαζευτεί” και να αρνηθεί να μιλήσει.



Η επίδραση των φίλων



Στην περίοδο της εφηβείας ο έφηβος/η απομακρύνεται φαινομενικά από την επίδραση της οικογένειας. Αρχίζει να υιοθετεί συμπεριφορές και εμφάνιση η οποία επηρεάζεται από την παρέα και θέλει να μοιάζει με αυτή, παρά με την εμφάνιση που θέλουν οι γονείς του. Η παρέα αποτελεί το χώρο στον οποίο κατευθύνεται η ερωτική του επιθυμία, τόσο σαν αντικείμενο όσο και σαν υποκείμενο της αυτής της επιθυμίας. Δηλαδή από την μια αγαπάει τους φίλους και από την άλλη θέλει να αγαπιέται από αυτούς. Θέλει να είναι αποδεχτός και να αναγνωρίζεται, να κρατάει μια θέση που θα του προσφέρει μια ασφάλεια, που αυτή η ασφάλεια με την σειρά της, τον βοηθάει στην συγκρότηση της ταυτότητας του.



Δυστυχώς οι φίλοι και οι παρέες του έφηβου/ης για τους γονείς αποτελούν την πηγή των δεινών, σε όλο το κόσμο. Πάντα οι γονείς πιστεύουν ότι οι φίλοι “χαλάνε” το παιδί τους, το επηρεάζουν αρνητικά πράγμα που μερικές φορές καταντά γελοίο και επικίνδυνο. Διότι αν έχουμε ένα έφηβο/η “ανήσυχο” και έναν “ήσυχο” και ο ένας επηρεάζει τον άλλον, αυτή η αλληλεπίδραση δεν μπορεί να είναι μόνο αρνητική, αλλά μπορεί και ο “ήσυχος” έφηβος/η να επηρεάσει τον “ανήσυχο”. Τόσοι και τόσοι έφηβοι βρήκαν ηρεμία μέσα από την σχέση με τους φίλους τους, που τους “κράτησαν” και του βοήθησαν να ξεπεράσουν προβλήματα που είχαν με τους γονείς τους. Βέβαια οι γονείς δεν μπορούν να το σκεφτούν αυτό. Θεωρούν ότι τα προβλήματα που εμφανίζει το παιδί τους προέρχονται πάντα από τις παρέες και όχι από τους ίδιους. Δυστυχώς δεν αντιλαμβάνονται την σημαντικότητα των φίλων και της παρέας στην κοινωνικοποίηση του εφήβου/ης και δημιουργούν περισσότερα προβλήματα με το να μην τους αποδέχονται.



Στην ουσία αυτή η μη αποδοχή στοχεύει τα παιδιά τους και όχι την παρέα, ή κάποιο φίλο, ή φίλη. Δηλαδή ο έφηβος/η αντιλαμβάνεται την μη αποδοχή των φίλων του από τους γονείς σαν δική του απόρριψη.



Με τον ίδιο τρόπο όταν ο έφηβος/η συνάπτει μια ερωτική σχέση, τότε οι γονείς” ξεσπαθώνουν” με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Επεμβαίνουν και κριτικάρουν αυτή την σχέση και της αποδίδουν ότι δεν τους αρέσει στην συμπεριφορά του παιδιού τους. Ή προσπαθούν να την ελέγξουν και να την φέρουν στα μέτρα τους, Και στην μια και στην άλλη περίπτωση, αυτή την κατάσταση ο έφηβος/η την βιώνει σαν απόρριψη



Όσον αφορά λοιπόν την σεξουαλικότητα του εφήβου, οι γονείς αποδίδουν στην παρέα οτιδήποτε παρατηρήσουν στο παιδί τους που δεν τους αρέσει, αντι να αναρωτηθούν τι κάνουν αυτοί για αυτό και αν η δική τους συμπεριφορά αποτελεί πηγή προβλημάτων και όχι η σχέση με την παρέα. Για αυτό τον λόγο οι γονείς πρέπει να προσέξουν με την συμπεριφορά τους, να μην απομονώνουν το παιδί τους από την παρέα του, η τον φίλο/η, είτε θέτοντας σκληρούς απαγορευτικούς όρους οι οποίοι έρχονται σε αντίθεση με τον γενικό κανόνα, είτε κάνοντας κριτική στις επιλογές και τις επιθυμίες του παιδιού τους.



Οι γονείς πρέπει να στοχεύουν περισσότερο σε μια σχέση εμπιστοσύνης με τα παιδιά τους παρά σε μια σχέση όπου κυριαρχεί η απαγόρευση, η υποτίμηση και η σύγκρουση, διότι με αυτό τον τρόπο, τα απομακρύνουν από κοντά τους και το γεγονός αυτό είναι πολύ οδυνηρό και επικίνδυνο για τον έφηβο/η.



πηγή: Κερεντζής Λάμπρος



πίνακας: Γουναρόπουλος Γεώργιος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα