Ο Γονέας-διαμεσολαβητής.



Διαμεσολάβηση 3

Ο παιδαγωγικός διαμεσολαβητής.

Καταλάβαμε ότι ο γονέας είναι εν δυνάμει ένας διαμεσολαβητής ανάμεσα στο “παιδί” και τον κόσμο, επίσης ξέρουμε ότι είναι και εν δυνάμει παιδαγωγός. Σαν παιδαγωγός διαμεσολαβεί πάντα παιδαγωγικά. Το κάθε τι που κάνει απέναντί του είναι επενδυμένο συναισθηματικά, και η σχέση με το “παιδί” δεν παύει να είναι μια παιδαγωγική πράξη.

Ο Γονέας είναι ένας “παιδαγωγικός διαμεσολαβητής”, όπως έλεγε Leon Vigotski ο οποίος ήταν ο πρώτος που μίλησε για την “παιδαγωγική διαμεσολάβηση”. Κατά την γνώμη του η νοημοσύνη είναι μια κοινωνική κατασκευή. Δηλαδή είναι το προϊόν της αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον τόσο το οικογενειακό όσο και το πολιτιστικό. Σε αυτή την περίπτωση ο γονέας είναι ο διαμεσολαβητής σαν κομμάτι του ιστορικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος του “παιδιού” και η γνώση είναι το προϊόν της σχέσης του μαζί του.

Η μορφή της διαμεσολάβησης του καθορίζεται από αυτό που θέλει να μεταδώσει. Συνεπώς είναι σημαντικό και δεν πρέπει να ξεχνά ότι είναι ο διαμεσολαβητής με τον κόσμο πιο γενικά και όχι μόνο με το δικό του κόσμο. Εάν ο κόσμος έτσι όπως παρουσιάζεται στο “παιδί” είναι μόνο ο κόσμος του γονέα, δηλαδή “κατοικημένος” από τον δικό του τρόπο αντιμετώπισης και και αντίληψης, από τις δικές του προκαταλήψεις και φοβίες, η διαμεσολάβηση το μόνο που θα καταφέρει να μεταδώσει είναι η καθήλωση και η επανάληψη του κόσμου του γονέα σαν κόσμο του “παιδιού”.

Εάν αντιθέτως καταλάβει ότι η διαμεσολάβηση του έχει σχέση με το ιστορικό-πολιτιστικό περιεχόμενο που περιβάλλει την σχέση με το παιδί του, τότε η διαμεσολαβητική σχέση δεν στοχεύει την σχέση γονέα-παιδιού, αλλά μέσα από αυτή στοχεύει την σχέση του “παιδιού“ με τον κόσμο. Κάτι που θα πρέπει ο γονέας να το έχει στο μυαλό του. Ότι δηλαδή η διαμεσολάβηση του λειτουργεί σαν οδηγός αυτονόμησης του παιδιού και όχι καθήλωσις του μέσα στην σχέση με αυτόν.

Όπως λοιπόν κάθε παιδαγωγός αυτό που πρέπει να προσφέρει ο γονέας είναι οι κατάλληλες συνθήκες που θα επιτρέψουν στο “παιδί” να κατασκευάσει την αυτονομία του, έτσι και ο γονέας πρέπει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Το περιεχόμενο της μάθησης στην σχέση γονέα-παιδιού δεν είναι ένα συγκεκριμένο όπως είναι για ένα εκπαιδευτικό. Ο εκπαιδευτικός μεταδίδει στο παιδί γνώσεις για την ζωή, ενώ ο γονέας την ίδια τη ζωή. Και την μεταδίδει όχι μόνο με αυτό που λέει αλλά περισσότερο με αυτό που κάνει.

Η διαμεσολάβηση σαν παιδαγωγική λειτουργία

Η συμμετοχή του “παιδιού” στην σχέση με το γονέα μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Μορφές οι οποίες μπορούν κυμανθούν από την αδιαφορία, μέχρι την δημιουργικότητα. Η στάση του “παιδιού” έχει άμεση σχέση με την διακύμανση της στάσης του γονέα και καθορίζεται από αυτή. Καθορίζεται από την διαθεσιμότητα ή όχι του γονέα, πράγμα που μπορεί να ερμηνευτεί και σαν αποδοχή, ή όχι του εαυτού του. Δηλαδή η διαμεσολάβηση στις οικογενειακές σχέσεις μπορούν να πάρουν συναισθηματικές διαστάσεις θετικές ή αρνητικές ανάλογα με την στάση του γονέα που, όπως προανέφερα, δεν έχει να κάνει με το τι λέει αλλά και πως συμπεριφέρεται απέναντι στο παιδί. Πια στάση κρατά, αυστηρή; αδιάφορη; κ.λ.π. Άρα σαν διαμεσολαβητής, συμμετέχει σαν συν-κατασκευαστής του εαυτού του παιδιού του, όπου ακόμα μια γκριμάτσα, ένα βλέμμα όπως και ο λόγος παίζουν σημαντικό ρόλο γι' αυτή την κατασκευή. Σε αυτό το σημείο ο γονέας διαφοροποιείται από τον παιδαγωγό. Διαφοροποιείται όσον αφορά το συναισθηματικό πεδίο της σχέσης.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να θυμηθούμε αυτό που επίσης έχει πει ο Vigotski, ότι δεν μπορούμε να μάθουμε κάτι στο παιδί όταν το επίπεδο της ανάπτυξής του δεν το επιτρέπει. Για να μπορέσει να μεταδώσει ο γονέας την γνώση πρέπει να γνωρίζει το επίπεδο ανάπτυξης του “παιδιού”του. Σύμφωνα λοιπόν με τον Vigotski, σαν διαμεσολαβητής ο γονέας θα πρέπει να δώσει τον χρόνο, να του επιτρέψει να εσωτερικεύσει τις διαδικασίες που αποκτήθηκαν από τις αλληλεπιδράσεις, έτσι ώστε η μάθηση να λάβει χώρα σαν μια αυτόνομη πράξη που σημαίνει να προσαρμοστεί στο επίπεδο ανάπτυξης του παιδιού. Η αυτονομία του “παιδιού” εκφράζεται από την ικανότητα που αναπτύσσει, τόσο να λύνει τα προβλήματα μόνο του, όσο και να συνεργάζεται με τους άλλους για την επίλυσή τους. Και στις δύο περιπτώσεις η συμμετοχή του είναι ο βασικός παράγοντας ανάπτυξης του.

Οι ελπιδοφόρες προοπτικές παράγονται μόνο από την ενεργητική στάση απέναντι στην πραγματικότητα. Έτσι η διαμεσολάβηση στα παιδαγωγικά πλαίσια στόχο έχει την ανακάλυψη των ικανοτήτων του υποκειμένου και όχι την αντικατάστασή του. Στόχο έχει την κατανόηση ότι ο κύριος μέτοχος της ζωής και της εξέλιξή της είναι το ίδιο το υποκείμενο.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της παρουσίας ενός διαμεσολαβητή είναι η αμεροληψία, ο σεβασμός, η διαθεσιμότητα, και η εμπιστοσύνη. Η λειτουργία του έγκειται, στην ενδυνάμωση της επικοινωνίας, τη προώθηση της ακρόασης, τη παροχή βοήθειας στον άλλον να κατανοήσει την θέση του, να αντιληφθεί τον “συμφέρον “ του και να οργανώσει την μελλοντική εξέλιξη των καταστάσεων που τον αφορούν.

Άρα η στάση του γονέα σαν διαμεσολαβητή πρέπει να βοηθάει το “παιδί”,να αποκαλύψει τον δικό του τρόπο να μαθαίνει. Που σημαίνει να του παράσχει τον χώρο και το χρόνο να σκέπτεται, να αναστοχάζεται και να αναπτύσσει την ικανότητα προσέγγισης του αντικειμένου της μάθησης. Βασικό λοιπόν στοιχείο του γονέα σαν διαμεσολαβητή είναι να δώσει το χρόνο και το χώρο στο παιδί να διαχειριστεί την σχέση του με τα πράγματα, μακριά από το άγχος του γονέα, καθώς επίσης να εκφράσει την εμπιστοσύνη στο”παιδί” του, όχι μόνο με τα λόγια, αλλά και με την προσοχή. Αυτό θα επιτευχθεί αποδίδοντας στο λόγο του και τις ενέργειές του, το σεβασμό που του πρέπει και που έχει ανάγκη για την αναπαραγωγή του.

Η εμπιστοσύνη η οποία εκφράζεται μέσα από την αποδοχή είναι μια διαμεσολαβητική γονεϊκή πράξη η οποία λειτουργεί σαν στοιχείο ενότητας του εαυτού και όχι διχασμού του και βοηθάει το παιδί στην σχέση του με τον κόσμο εκτός οικογένειας. Άρα σε ένα πρώτο στάδιο η διαμεσολάβηση του γονέα έχει να κάνει με την σχέση του “παιδιού” με τον εαυτού του στο βαθμό που αυτός ο εαυτός διότι διαμορφώνεται μέσα από αυτή την σχέση. Και μετά στην σχέση του με το περιβάλλον. Άρα η διαμεσολάβηση είναι μια πράξη η οποία εκτυλίσσεται καθημερινά σαν στοιχείο κατανόησης και αποδοχής “εσωτερικά” την σχέση με τον εαυτό, όσο και σαν “εξωτερικά” στην σχέση με τον κόσμο.

Αρχές της διαμεσολαβητικής λειτουργίας

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να παραθέσω τις έξη αρχές που διέπουν την διαμεσολάβηση σαν λειτουργία όπως τις παρουσίασε Ο Bernard Chouvier, 1 προσαρμόζοντας τις στα πλαίσια της γονεϊκής σχέσης.
έτσι:

1) Κάθε διαμεσολάβηση φέρνει αντιπαλότητα αλλά και δημιουργεί ένα σύνδεσμο μεταξύ μιας ενστικτώδους βία και μια διεξόδου προς τον λόγο και το συμβολική ανταλλαγή με το περιβάλλον.

Στην σχέση γονέα-παιδιού η παρουσία του γονέα γίνεται δίοδος μέσα από την οποία η ενστικτώδη προδιάθεση του παιδιού οδηγείται προς την έκφρασή της, μέσα από το γονεϊκό λόγο και συμβολισμό. Με άλλα λόγια η δύναμη του ενστίκτου του βρέφους με την διαμεσολάβηση του γονέα αποκτά την δυνατότητα της γλώσσας, μέσω της οποία κατασκευάζονται οι έννοιες και το νόημα των πραγμάτων και των καταστάσεων (κατανόηση).

Η διαμεσολάβηση είναι η σύνδεση που διαμορφώνει τον ενδο-ψυχικό χώρο με τον εξω-αντικειμενικό. Δηλαδή λειτουργεί με δύο διαφορετικές κατευθύνσεις η μία προς τα “μέσα”, προς τον εαυτό και η άλλη προς τα “έξω”, προς τον κόσμο.

2) Κάθε διαμεσολάβηση ορίζει μια σύνδεση ανάμεσα στο χώρο και την προέλευση.

Εκφράζει την έξοδο από το μπέρδεμα της προέλευση του υποκειμένου και θέτει ένα ερώτημα για την θέση του. Προέλευση και θέση είναι δύο σημεία όπου η διαμεσολάβηση λειτουργεί σαν μετάβαση από το ένα στο άλλο. Αυτό μπορεί να συμβεί ανάμεσα στον πατέρα και την μητέρα. Η διαμεσολάβηση είναι μια μεταβατική διαδικασία “ μεταξύ των δύο”.

3) Κάθε διαμεσολάβηση καταγράφεται σε μια προβληματική των ορίων, των συνόρων, των οροθετημένων περασμάτων.

Η γονεϊκή σχέση σαν διαμεσολαβητική δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς όρια. Τα όρια συγκεκριμενοποιούν τόσο την ίδια όσο και τα μέλη της. Η όλη της οργάνωση και παρουσία στηρίζεται στην οριοθέτησή της ακόμα και αν αλλάζει. Η οριοθέτηση εισάγει τα μέλη της στην λειτουργία της τόσο σε σχέση με το “έξω”, στην σχέση με τον κόσμο, όσο και “μέσα” στην σχέση με τον εαυτό. Το όριο αποτελεί την βάση της λειτουργίας του καθενός, αλλά και της ίδιας της διαμεσολάβησης.

4) Η διαμεσολάβηση αντιτίθεται στην αμεσότητα του χώρου και τον χρόνου. Ενεργοποιεί ένα νέο χωρο-χρονικό κάδρο αναφοράς. Δηλαδή οργανώνει ένα τρίτο χώρο ανάμεσα στους δύο καθώς τα όρια και τα περάσματα του.

Δηλαδή η διαμεσολάβηση δημιουργεί ένα καινούργιο χώρο, για τα μέλη της γονεϊκή σχέσης και οριοθετεί αντίστοιχα την διαχρονικότητα των καταστάσεων που έχουν σχέση με το πριν και το μετά, με την παρουσία ή την απουσία, με την προέλευση και την ιστορία της. Μέσα σε αυτό το καινούργιο χώρο/χρόνο η διαμεσολάβηση μπορεί να καταγράψει τα θέματα καθώς και την διαδικασία των αλλαγών τους.

5) Κάθε διαμεσολάβηση σαν μεταβατική διαδικασία εμπεριέχει από την μια τον διαχωρισμό, και από την άλλη την σύνδεση, τον πόνο και την θεραπεία. Μοιάζει μ' ένα κάταγμα που συγχρόνως θεραπεύεται.

Στην περίπτωση της σχέσης γονέα-παιδιού, η διαμεσολάβηση δεν είναι μια ήρεμη διαδικασία. Τα μέλη της σχέσης έχουν και εκφράζουν πολλές διαφορές και αντιπαλότητας στην εξέλιξη της. Ο φόβος της συναισθηματικής αποκοπής, του χωρισμού, καθώς και η επανασύνδεση αποτελούν την παλέτα των συναισθημάτων που ακολουθούν τις διαδικασίες της. Το ρίσκο, η αγωνία καθώς η χαρά και η ηρεμία μπορούν να διαδέχονται η μια την άλλη. Άρα η διαμεσολάβηση έρχεται να ασφαλίσει το υποκείμενο στην αναζήτηση του χωρίς να αισθάνεται τον φόβο από τα παραπάνω, πράγμα που του επιτρέπει να ερευνήσει χωρίς να χαθεί στην “εσωτερικη” ή “εξωτερική” του αναζήτηση. Με τον ίδιο τρόπο δημιουργεί το αίσθημα ασφάλειας στον ιδιωτικό, όσο και τον συλλογικό χώρο τον οποίο μοιράζεται με τον άλλον.

6)Κάθε διαμεσολάβηση καταγράφει μια ταλάντευση ανάμεσα στη δημιουργία και την καταστροφή.

Μέσα σε αυτή την ταλάντωση εκφράζεται το φαινόμενο του περάσματος του υποκειμένου από μια κατάσταση του εαυτού του σε μια άλλη. Πέρασμα το οποίο έχει σχέση με την ανάπτυξή του. Η διαμεσολάβηση βοηθάει στην “καταστροφή” του παλιού και την αντικατάστασή του με το καινούργιο. Στην γονεϊκή σχέση η “καταστροφή” του παλιού μπορεί να απευθύνεται και στην ίδια την σχέση, όπως και στα μέλη της. Ν' απευθύνεται στο τρόπο λειτουργίας του γονεϊκού ρόλου και του περιορισμού του, δηλαδή αλλαγής της λειτουργίας της σχέσης.

Το παιδί διαμεσολαβητής

Η γονεϊκή σχέση λοιπόν αποτελεί ένα καινούργιο χωρό/χρόνο μέσα στον οποίο μπορεί να διαδραματιστεί η διαμεσολαβητική λειτουργία η οποία δεν αφορά μόνο το παιδί, αλλά και τον ίδιο τον γονέα.

Αν ο γονέας είναι ο διαμεσολαβητής για το παιδί του στην σχέση του με τον κόσμο, το παιδί διαμεσολαβεί για τον γονέα στην σχέση με τον εαυτό του.

Ο γονέας είναι, ο πρώτος “άλλος” για το παιδί, που με την παρουσία του συμμετέχει στην κατασκευή της υποκειμενικότητας του. Το “παιδί” όμως από την δική του πλευρά διαμεσολαβεί ώστε ο γονέας να ανακατασκευάσει εκ νέου την δική του υποκειμενικότητα. Η ανακατασκευή αυτή απαιτεί ένα σημαντικό απόθεμα συναισθήματος για να το προσφέρει στο “παιδί” πράγμα που προϋποθέτει ο γονέας να δεχτεί το δικό του συναίσθημα.

Χρειάζεται να δείξει από μέρος του, μια διαθεσιμότητα που επιτρέπει την ακρόαση του “άλλου” και την δημιουργία της σχέσης με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχει ο σεβασμός και η αποδεχτικότητα. Αυτό σημαίνει πρωτίστως να βρει το χρόνο για τον εαυτό του. Τον καλεί να δεχτεί τον εαυτό του, να “προσαρμοστεί”μαζί του, να τον“ακούσει” και να τον“δει” με άλλο μάτι. Με λίγα λόγια να τον σεβαστεί, να γίνει πιο ανθρώπινος για τον ίδιο για να μπορέσει να είναι πιο ανθρώπινος με το “παιδί” του.

Έτσι το παιδί σαν διαμεσολαβητής οδηγεί τον γονέα να “ψάξει” μέσα του, στοιχεία της προσωπικότητας του που είχαν “ξεχαστεί”. Να “ερευνήσει” αυτό που ήταν και αυτό που θέλει να γίνει μέσα από την διαμεσολαβητική του παρουσία. Να ανοίξει ένα καινούργιο διάλογο με τον εαυτό του, αλλά και με τον κόσμο πράγμα που μετακινεί την ταυτότητα του. Έτσι ο γονέας μέσα στην γονεϊκή σχέση, καλείται πρώτα να πιστέψει στον εαυτό του για να μπορεί το παιδί του να τον εμπιστευτεί.

Αυτό σημαίνει, ότι η παρουσία του “παιδιού” διαμεσολαβεί σαν καταλύτης στην ανασύσταση της ταυτότητας του γονέα. Τον βάζει σε ένα καινούργιο δρόμο όπου το παιδί σαν διαμεσολαβητής τον καθοδηγεί σε μονοπάτια τόσο παλιά και ξεχασμένα, όσο καινούργια και πρωτόγνωρα που τον φέρνουν όλο και πιο κοντά σε αυτό που ήταν και σε αυτό που θα ήθελε να γίνει...

Κερεντζής Λάμπρος

Πίνακας: Kevin Grass,

σημειώσεις:Ο Bernard Chouvier: Les processus psychiques de la médiation.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα