1.4 Ιστορική και Πολιτισμική προσέγγιση του παιχνιδιού από τον Vygotsky

παιχνίδι 3

Συμπεράσματα.[9]


1.4.1 Πολιτισμική και ιστορική προσέγγιση της ανάπτυξης.


Ο Vygotsky έδωσε έμφαση στη μοναδικότητα του ανθρώπινου είδους διακρίνοντας τις προσαρμοστικές ικανότητες των ζώων απ' αυτές των ανθρώπων. Βασικό παράγοντα αυτής της διάκρισης αποτελούν οι ιστορικά δημιουργημένες και πολιτισμικά επεξεργασμένες διαστάσεις της ανθρώπινης ζωής, που απουσιάζουν εντελώς από την κοινωνική οργάνωση των ζώων.

Η μελέτη του Vygotsky για την ανθρώπινη ανάπτυξη επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τον F. Engels[10]. Και οι δυο άσκησαν κριτική στους φιλοσόφους και στους ψυχολόγους, που υποστήριξαν ότι μόνο η φύση επιδρά στον άνθρωπο και ότι η ιστορική ανάπτυξη του ανθρώπου εξαρτάται μόνο από τις φυσικές συνθήκες.
Ο Vygotsky τόνισε ιδιαίτερα το γεγονός ότι στην πορεία της ιστορίας του ο άνθρωπος επιδρά στη φύση και επιφέρει αλλαγές, έτσι δημιουργεί για τον εαυτό του νέες φυσικές συνθήκες ύπαρξης. Με τις αλλαγές του καταφέρνει να κάνει τη φύση να εξυπηρετεί τις δικές του ανάγκες, συνεπώς καταφέρνει να ελέγχει τη φύση. Αυτή είναι και η ουσιαστική διάκριση ανάμεσα στον άνθρωπο και στα άλλα ζώα. Επομένως ο άνθρωπος είναι πολύ πιο ελεύθερος από τα άλλα ζώα απέναντι στο περιβάλλον. Θα λέγαμε ότι το ελέγχει, ότι είναι χειραφετημένος απέναντι στο περιβάλλον, γιατί πρώτα το επεξεργάζεται και μετά το αφήνει να επιδράσει πάνω του.
Ο Vygotsky τόνισε την ενεργητική δραστηριότητα του παιδιού, την άποψη αυτή συμμερίζεται και ο Piaget. Όμως ο Vygotsky (1997) επηρεασμένος από το διαλεκτικό υλισμό διατύπωσε την άποψη ότι «ο ανθρώπινος οργανισμός είναι πολύ πλαστικός και ότι το περιβάλλον δημιουργεί πλαίσια που αλλάζουν ιστορικά και πολιτισμικά.» (σελ.202) Μέσα σ` αυτά τα πλαίσια γεννιέται το παιδί και το ίδιο με τη σειρά του τα αλλάζει. Ο Piaget υποστήριξε ότι τα στάδια της ανάπτυξης είναι βιολογικά προσανατολισμένα και καθολικά, ίδια δηλαδή για κάθε παιδί. Ενώ ο Vygotsky υποστήριξε ότι υπάρχει μια αλληλεπίδραση ανάμεσα στις κοινωνικές συνθήκες, που μεταβάλλονται, και στα βιολογικά υπόβαθρα της συμπεριφοράς.
Ο Vygotsky (1997) δεν είδε την ανάπτυξη σαν μια αργή συσσώρευση ενιαίων αλλαγών αλλά σαν «μια σύνθετη διαλεκτική διεργασία που χαρακτηρίζεται από περιοδικότητα, ανισότητα στην ανάπτυξη των διαφόρων λειτουργιών, μεταμόρφωση ή ποιοτικό μετασχηματισμό της μιας λειτουργίας σε κάποια άλλη, αλληλοπλοκή εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων και προσαρμοστικές διεργασίες.» (σελ.200) Η θεωρητική θέση του Vygotsky διέφερε από τις απόψεις των Thorndike, Piaget και Koffka, εξέχοντες επιστήμονες της εποχής, αλλά και από τους πρώιμους μπιχεβιοριστές, γιατί προσέγγισε το θέμα της ανάπτυξης μέσα από την ιστορικά διαμορφούμενη και κοινωνικά μεταδιδόμενη ψυχολογία των ανθρώπινων όντων. Υποστήριξε ότι ο άνθρωπος συμμετέχει ενεργητικά στην ίδια του την ύπαρξη. Από τη νηπιακή ακόμα ηλικία αρχίζει να αποκτά τα μέσα με τα οποία μπορεί να επιδράσει και να ελέγξει το περιβάλλον του αλλά και τον εαυτό του. Αυτό το επιτυγχάνει με τη δημιουργία και τη χρήση βοηθητικών ή «τεχνητών» ερεθισμάτων. Ο ίδιος δημιουργεί τα βοηθητικά ερεθίσματα, που δεν έχουν καμιά εγγενή σχέση με την υπάρχουσα κατάσταση και τα χρησιμοποιεί στο παιχνίδι σαν μέσα ενεργητικής προσαρμογής. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην επίδραση της χρήσης των βοηθητικών ερεθισμάτων, την οποία θεωρεί καθοριστική.
Τα βοηθητικά ερεθίσματα, για τον Vygotsky, είναι τα εργαλεία του εγγενούς πολιτισμού, η μητρική γλώσσα του παιδιού και τα ευφυή μέσα που το ίδιο το παιδί εφευρίσκει, ακόμα και η χρήση του ίδιου του σώματος. Το παιδί κάνει χρήση των διαφόρων αυτών μέσων κατά τη δραστηριότητά του στο παιχνίδι, γι` αυτό και «ο Vygotsky θεωρεί το παιχνίδι ως το πρωταρχικό μέσο της πολιτισμικής ανάπτυξης των παιδιών». (Vygotsky, 1997, σελ.202) Είναι αξιοθαύμαστο ότι επέκτεινε την έννοια της διαμεσολάβησης[11] στην αλληλεπίδραση ανθρώπου και περιβάλλοντος με τη χρήση των σημείων και των εργαλείων. Τα σημεία προσανατολίζονται εσωτερικά, είναι ένα μέσο ψυχολογικής επίδρασης και στοχεύουν στο ν` αποκτηθεί ο έλεγχος. Ενώ τα εργαλεία προσανατολίζονται εξωτερικά και στοχεύουν στον έλεγχο πάνω στη φύση. Τόσο τα συστήματα εργαλείων όσο και τα συστήματα σημείων (γλώσσα, γραφή, συστήματα αρίθμησης) δημιουργούνται από κοινωνίες. Η δημιουργία τους είναι αποτέλεσμα της ιστορικής εξέλιξης της ανθρώπινης πορείας, των κοινωνικών αλλαγών και του επιπέδου της πολιτισμικής ανάπτυξης. "Ο Vygotsky πίστευε ότι η εσωτερικοποίηση των πολιτισμικά παραχθέντων συμβολικών συστημάτων οδηγεί σε μετασχηματισμούς της συμπεριφοράς και γεφυρώνει τις πρώιμες με τις προχωρημένες μορφές ατομικής ανάπτυξης. Ο Vygotsky συνεχίζοντας την παράδοση των Marx και Engels, πιστεύει ότι ο μηχανισμός της ατομικής αναπτυξιακής αλλαγής έχει τις ρίζες του στην κοινωνία και τον πολιτισμό." (Vygotsky, 1997, σελ.29)

1.4.2 Συμπεράσματα. .

Πώς συνδέεται όμως το παιχνίδι με την ανάπτυξη;

Στις καθημερινές, πραγματικές καταστάσεις της ζωής, η συμπεριφορά του παιδιού είναι διαμετρικά αντίθετη από τη συμπεριφορά του στο παιχνίδι. Στο παιχνίδι η δράση υποτάσσεται στο νόημα, ενώ στην πραγματική ζωή η δράση κυριαρχεί του νοήματος. Επομένως στο παιχνίδι έχουμε "το αρνητικό" θα λέγαμε της κανονικής συμπεριφοράς του παιδιού. Γι` αυτό το παιχνίδι δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η κυρίαρχη μορφή δραστηριότητας του παιδιού ούτε ως το πρότυπο της καθημερινής του δραστηριότητας.(Braun, 1991, Vygotsky, 1997) Το παιχνίδι δεν αποτελεί το επικρατέστερο είδος δραστηριότητας του παιδιού, γιατί δε θα μπορούσε η συμπεριφορά του να καθοδηγείται πάντοτε από το νόημα. Το παιδί δηλαδή, δε θα μπορούσε να μη συμπεριφέρεται αυθόρμητα.
Αυτή η αυστηρή υποταγή στους κανόνες, η οποία φαίνεται να είναι τελείως αδύνατη στη ζωή, επιτυγχάνεται στο παιχνίδι. Επομένως το παιχνίδι δημιουργεί μια ζώνη επικείμενης ανάπτυξης[12] του παιδιού. Το παιδί στο παιχνίδι του ξεπερνά την ηλικία του, μετακινείται πέρα από την καθημερινή του συμπεριφορά και μοιάζει να γίνεται ένα κεφάλι ψηλότερο απ` ότι είναι. Άρα το παιχνίδι αποτελεί μια μέγιστη πηγή ανάπτυξης, που περιέχει όλες τις αναπτυξιακές τάσεις συμπυκνωμένες. Ο Vygotsky παραλληλίζει τη σχέση παιχνίδι-ανάπτυξη με τη σχέση αγωγή-ανάπτυξη. Και το παιχνίδι αλλά και η αγωγή δημιουργούν μια ζώνη επικείμενης ανάπτυξης. Και στα δύο πλαίσια τα παιδιά επεξεργάζονται κοινωνικά διαθέσιμες γνώσεις και δεξιότητες και μετά τις εσωτερικεύουν.
Το παιχνίδι όμως προσφέρει ένα πολύ πιο ευρύ πεδίο για τις αλλαγές των αναγκών και της συνείδησης. Το παιδί μέσα στο παιχνίδι προβάλλει τον εαυτό του στις δραστηριότητες των ενηλίκων μέσα στο συγκεκριμένο πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο ζει. Ακόμα προβάλλει τους μελλοντικούς ρόλους και τις αξίες όπως το ίδιο τις αντιλαμβάνεται μέσα από τις δραστηριότητες και τις σχέσεις των ενηλίκων. Το παιχνίδι προηγείται της ανάπτυξης, γιατί το παιδί μέσα από το παιχνίδι αποκτά δεξιότητες, κίνητρα και στάσεις απαραίτητα για την κοινωνική του προσαρμογή και συμμετοχή. (Braun, 1991, Vygotsky, 1997) Κατά την προσχολική ηλικία το παιχνίδι αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο ανάπτυξης.
Βασικά, το παιδί εξελίσσεται μέσα από τις δραστηριότητες του παιχνιδιού. Μόνο υπ` αυτήν την έννοια μπορεί το παιχνίδι να θεωρηθεί ως η κυρίαρχη δραστηριότητα, που καθορίζει την ανάπτυξη του παιδιού. . Πώς εξελίσσεται το παιχνίδι; Αρχικά το παιδί δημιουργεί μια φανταστική κατάσταση η οποία αποτελεί αναπαραγωγή των πραγματικών καταστάσεων της ζωής του. Στη φανταστική κατάσταση υπάρχουν κανόνες, λειτουργούν όμως με μια συμπυκνωμένη μορφή. Η φανταστική κατάσταση γίνεται κατανοητή μόνο κάτω από το φως μιας αληθινής κατάστασης. Το παιχνίδι αποτελεί ανάμνηση από κάτι που έχει συμβεί στην πραγματικότητα παρά φαντασία. Δεν αποτελεί δηλαδή μια πρωτότυπη κατάσταση της φαντασίας, αλλά είναι πιο πολύ μνήμη σε δράση. Καθώς το παιχνίδι εξελίσσεται, παρατηρείται μια κίνηση προς μια συνειδητή αναγνώριση του σκοπού του.
Το παιχνίδι δεν αποτελεί δραστηριότητα χωρίς σκοπό. Ο σκοπός καθορίζει τη συγκινησιακή στάση του παιδιού απέναντι στο παιχνίδι. Για παράδειγμα σε έναν αγώνα, το παιδί μπορεί να νιώσει αγωνία, στενοχώρια ή και μεγάλη χαρά από την έκβαση του αποτελέσματος. Στο τέλος της ανάπτυξης εμφανίζονται οι κανόνες, όσο πιο αυστηροί είναι τόσο πιο έντονο και έξυπνο γίνεται το παιχνίδι. Το παιδί νιώθει ότι είναι ελεύθερο να αποφασίσει για τις πράξεις του. Η ελευθερία του όμως είναι απατηλή, αφού οι πράξεις του υπόκεινται στο νόημα των αντικειμένων, ακολουθεί δηλαδή τους κανόνες του παιχνιδιού. .
Ποια η σημασία του παιχνιδιού για το παιδί;
Τα παιδιά μιμούνται τους ενήλικες σε πολιτισμικά σχεδιασμένες δραστηριότητες, έτσι σχηματίζουν αναμνήσεις και αναπαραστάσεις πραγματικών καταστάσεων. Με τη βοήθεια της φαντασίας τους, καθώς και με την αναγνώριση των έμμεσων κανόνων που καθορίζουν τις δραστηριότητές τους, αναπαράγουν αυτές τις αναμνήσεις της πραγματικότητας μέσα στο παιχνίδι τους. Μέσα από το παιχνίδι τους και μέσα από τη δυναμική της φαντασίας τους αναπτύσσουν χρήσιμους μηχανισμούς για την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Η αποδέσμευση του νοήματος από τα αντικείμενα καθώς και η αποδέσμευση του νοήματος από τις πράξεις αποτελούν βασικούς μηχανισμούς, που απελευθερώνουν τα παιδιά από τους περιορισμούς που τους θέτουν οι πραγματικές καταστάσεις.
Το παιχνίδι αποτελεί εκδήλωση χειραφέτησης από το περιβάλλον και αυτοελέγχου. Μέσα στο παιχνίδι τους τα παιδιά μετασχηματίζουν φανταστικά τα αντικείμενα που παράγονται κοινωνικά, καθώς επίσης και τις μορφές συμπεριφοράς που τους προσφέρονται στο άμεσο περιβάλλον τους. Έτσι καταφέρνουν να αποκτήσουν βασικό έλεγχο της αφηρημένης τους σκέψης αλλά και να ισχυροποιήσουν την θέλησή τους και την ικανότητά τους να κάνουν συνειδητές επιλογές.
Μια από τις βασικές όψεις της ανάπτυξης, για τον Vygotsky, αποτελεί η αυξανόμενη ικανότητα των παιδιών να ελέγχουν και να κατευθύνουν τη δική τους συμπεριφορά. Η διεργασία αυτή του αυτοελέγχου έχει άμεση σχέση με την ανάπτυξη νέων ψυχολογικών λειτουργιών, καθώς επίσης και με τη χρήση συμβόλων και εργαλείων. «Μέσα από τα σημεία, τα παιδιά μπορούν να εσωτερικεύουν τα κοινωνικά εκείνα μέσα που τα βοηθούν να προσαρμοστούν και που τους διατίθενται γενικά από την κοινωνία.» (Vygotsky, 1997, σελ.208) Σε μεγαλύτερη ηλικία, τα παιδιά ενσωματώνουν στη δική τους συνειδητότητα κοινωνικά επεξεργασμένα σύμβολα όπως κοινωνικές αξίες και πεποιθήσεις, γνώση της κουλτούρας τους και επιστημονικά διευρυμένες έννοιες για την πραγματικότητα. Έτσι επεκτείνονται τα όρια της κατανόησής τους, όσο αναφορά τον πολιτισμό και την κοινωνία τους, και διευκολύνεται η κοινωνικοποίηση και η προσαρμογή τους στην κοινωνία μέσα στην οποία ζουν.
Μέσα στο παιχνίδι αναπτύσσεται μια σημαντική συμπεριφορά που διαδραματίζει ένα σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών. Είναι ο ανθρώπινος λόγος που ελευθερώνει τα παιδιά από πολλούς περιορισμούς που τους θέτει το περιβάλλον. Το παιδί χάρη στο λόγο μπορεί να σχεδιάζει, να εκτελεί και να ελέγχει τη δική του συμπεριφορά αλλά και τη συμπεριφορά των άλλων. Χάρη στη γλώσσα εκλογικεύει τις ενέργειές του. Το παιδί καθώς αναπτύσσεται εσωτερικεύει την κοινωνική γλώσσα και την κάνει προσωπική[13].
Ο λόγος αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα χρησιμοποίησης συμβόλων και, όταν εσωτερικευθεί, αποτελεί ένα στέρεο τμήμα των ανώτερων ψυχικών διεργασιών. "…Δρα ώστε να οργανώσει, να ενώσει και να ενσωματώσει πολλές διάσπαρτες όψεις της συμπεριφοράς στα παιδιά, όπως είναι η αντίληψη, η μνήμη και η επίλυση προβλημάτων." (Vygotsky, 1997, σελ.209) Συνοψίζοντας, αντιλαμβανόμαστε ότι το παιχνίδι αποτελεί μια σημαντική δραστηριότητα στη ζωή του παιδιού, γιατί συμβάλλει ουσιαστικά στη συγκρότηση της υποκειμενικότητας και της προσωπικότητάς του.
Συμβάλλει στην απελευθέρωση του παιδιού από τους περιορισμούς, στη χειραφέτησή του από το περιβάλλον, στην απόκτηση αφηρημένης σκέψης, στην απόκτηση αυτοελέγχου καθώς και στη γλωσσική και εννοιολογική του αυτονόμηση.
Συμβάλλει επίσης στην απόκτηση γνώσεων, κινήτρων, δεξιοτήτων και στάσεων, που είναι αναγκαία για την κατανόηση του ιστορικο-κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο ζει, αλλά και για την κοινωνική του προσαρμογή και συμμετοχή.
Μπορούμε λοιπόν να πούμε, ότι το παιχνίδι όχι μόνο αποτελεί μια ουσιαστική λειτουργία στη ζωή του παιδιού αλλά καθοδηγεί την ανάπτυξη. Σε αυτό το κεφάλαιο, ιδιαίτερα, τονίσθηκαν και αναλύθηκαν οι απόψεις του Vygotsky. Οι απόψεις του ήταν ιδιαίτερα πρωτοποριακές. Σήμερα, 65 χρόνια μετά το θάνατό του, οι ιδέες του μπορούν να προσφέρουν νέες διαστάσεις στην Ψυχολογία και στην Εκπαίδευση.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Άλλη λέξη που χρησιμοποιούσαν για το παιχνίδι δευτερευόντως, όχι τόσο συχνά, ήταν η λέξη άθυρον, άθυρμα. Οι λέξεις αυτές σχετίζονταν ελαφρώς με την ιδέα του ασήμαντου, του μηδαμινού. Η λέξη που χρησιμοποιούνταν, για να περιγράψει την περιοχή των αθλημάτων και των αγωνισμάτων ήταν η λέξη αγών. «Οι Έλληνες διέκριναν τον αγώνα από την παιδιά. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί ετυμολογικά, αφού στην παιδιά το παιδικό στοιχείο ανακαλούνταν τόσο ζωηρά, ώστε δύσκολα θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί για τους σοβαρούς αγώνες, που αποτελούσαν τον πυρήνα της ελληνικής κοινωνικής ζωής.» ( Huizinga,1989, σελ. 78) [2] Στους «Νόμους» ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί τη λέξη παίγνιον, για να περιγράψει τους ένοπλους τελετουργικούς χορούς των Κουρητών ( τά των Κουρητών ενόπλια παίγνια) και τη λέξη παιδιά για τις ιερές τελετουργίες γενικά.(Huizinga, 1989) [3] Η φυσιολογία και κυρίως η ψυχολογία. [4] "Σύμφωνα με τη θεωρία της φυσικής επιλογής του Δαρβίνου κάποια ζώα έχουν επιβιώσει αλλάζοντας ή προσαρμόζοντας τα γονίδιά τους στο περιβάλλον τους." ( Carvey, 1990, σελ. 11) [5] Σύμφωνα με το βιογενετικό νόμο του Haeckel η ανάπτυξη του παιδιού αποτελεί σύντομη ανακεφαλαίωση της εξέλιξης της ανθρωπότητας. (Αντωνιάδης, 1994 ) [6] Ο F.Froebel (1782-1853) ανέπτυξε την εκπαιδευτική θεωρία του παιχνιδιού. Ανήκει στους πρώιμους συζητητές του παιχνιδιού, που είδαν το παιχνίδι από μια συνολική κοινωνική, φιλοσοφική-παιδαγωγική σκοπιά. Συγκεκριμένα ο Froebel υποστήριξε ότι το παιχνίδι είναι στάδιο μάθησης αλλά και στάδιο ζωής. Χαρακτηρίζει την ιδιαιτερότητα της παιδικής ηλικίας και της αυτοεκτίμησης. Είναι ο ειδικός τρόπος με τον οποίο το παιδί ''κάνει κατάλληλο" τον κόσμο και επομένως συνειδητοποιεί τις δυνατότητές του για ανάπτυξη.(Braun, 1991) [7] Για παράδειγμα, "μια πόρτα ζητάει να την ανοίξουν και να την κλείσουν, μια σκάλα να την ανεβούν, ένα κουδούνι να το χτυπήσουν." (Vygotsky, 1997, σελ. 163) [8] Για παράδειγμα, αν πούμε τη λέξη "ρολόι", το παιδί αρχίζει να ψάχνει για το ρολόι. Η λέξη δε δηλώνει την αφηρημένη έννοια, "το νόημα", αλλά το συγκεκριμένο αντικείμενο, μια συγκεκριμένη θέση στο χώρο. [9] Η βασική βιβλιογραφική αναφορά στις παραγράφους 1.4.1 και 1.4.2 είναι από το βιβλίο Vygotsky (1997), "Νους στην Κοινωνία". [10] "O Engels τόνισε τον κρίσιμο ρόλο της εργασίας και των εργαλείων για το μετασχηματισμό της σχέσης ανάμεσα στους ανθρώπους και στο περιβάλλον τους. Ο ρόλος των εργαλείων στην ανθρώπινη ανάπτυξη περιγράφηκε από τον F. Engels ως εξής: «Το εργαλείο ειδικά συμβολίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα, τη μεταμόρφωση της φύσης από τον άνθρωπο: την παραγωγή»." (Vygotsky, 1997, σελ.218) [11] "…Στις ανώτερες μορφές της ανθρώπινης συμπεριφοράς το άτομο αλλάζει με τη δική του δραστηριότητα την κατάσταση του ερεθίσματος στη διαδικασία της αντίδρασής του σ` αυτό. Η ολική δομή της συγκεκριμένης δραστηριότητας παράγει τη συμπεριφορά που ο Vygotsky προσπάθησε να χαρακτηρίσει με τον όρο «διαμεσολάβηση»." (Vygotsky, 1997, σελ.38) [12] Σύμφωνα με τον Vygotsky η ζώνη της επικείμενης ανάπτυξης "αντιστοιχεί στην απόσταση ανάμεσα στο πραγματικό αναπτυξιακό επίπεδο, όπως αυτό καθορίζεται από την ανεξάρτητη επίλυση προβλημάτων, και στο επίπεδο δυνάμει ανάπτυξης, όπως αυτό καθορίζεται από την επίλυση προβλημάτων κάτω από την καθοδήγηση των ενηλίκων ή σε συνεργασία με πιο ικανούς συνομηλίκους." (Vygotsky, 1997, σελ.215-216) [13] Πώς συμβαίνει αυτή η διεργασία , περιγράφει ο Vygotsky(1988) στο βιβλίο του "Σκέψη και Γλώσσα".


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αντωνιάδης, Α., (1994) Το παιχνίδι, University Studio Press, Θεσσαλονίκη. Braun K., (1991) ‘‘Play and Ontogenesis’’ in Tolman W. and W. Maiers eds., Critical Psychology. Contribution to an’ Historical Science of the Subjects, Cambridge University Press, Cambridge. Γκούρου Α., (1996) ‘‘Το παιδί και το παιχνίδι’’, Εκπαιδευτική Κοινότητα, τόμος 36, σελ. 32-33. Γρίβα Α., (1987) Ελάτε να παίξουμε, (Τρίτη έκδοση), Θυμάρι, Αθήνα Carvey C., (1990) Το παιχνίδι: η επίδραση στην εξέλιξη του παιδιού, Κουτσουμπός Α.Ε. Evans J. et al, (1997) “Surplus Energy Theory: an enduring but inadequate justification for school break-time”, EDUCATIONAL REVIEW, vol. 49, No 3, p.p. 229-235. Hoxter S., (1996) ‘‘Παιχνίδι και Επικοινωνία’’ στο: Μπόστον Μ. και Ν. Ντολ (επιμ.) Ο ψυχοθεραπευτής του παιδιού. Προβλήματα που αντιμετωπίζουν παιδιά και Νεαρά ’τομα, (μτφ. Τσαρμακλή Δ. και Ι. Τετέρη), Καστανιώτης, Αθήνα. Παπαδόπουλος Ν., (1991) Ψυχολογία: σύγχρονα θέματα: σπουδές, εφαρμογές, κοινωνικοποίηση, παιχνίδι, μάθηση, επιθετικότητα, ωριμότητα, κληρονομικότητα, περιβάλλον, προσωπικότητα, εφηβεία, πειθαρχία, αυτοχειρία, ναρκωτικά, Έκδοση 3η, (Χ.Ο.), Αθήνα. Vygotsky L.S., (1997) Νους στην κοινωνία, (μτφ. Μπίμπου Α., Βοσνιάδου Σ.), Gutenberg, Αθήνα. Χουϊζίνγκα, Γ., (1989) Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Homo ludens), (μτφ. Ροζάνης Σ., Λυκιαρδόπουλος Γ.) Γνώση, Αθήνα.
πίνακας: Jakcon Pollock

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα